«Ας γιορτασουμε την Ημερα της Γυναικας οπως αρμοζει».
Μπορεί ή
γιορτή της γυναίκας να πέρασε, η προσφορά
όμως ορισμένων γυναικών παραμένει
ζωντανή, τη βλέπουμε κάθε μέρα, δεν την
ξεχνάμε ποτέ. Η γιορτή της γυναίκας δεν
είναι απλώς μια μέρα μέσα στον Μάρτη,
μια μέρα για να ακούμε χρόνια πολλά και
να δεχόμαστε λουλούδια. Η γιορτή της
γυναίκας είναι μια συμβολική κίνηση
αναγνώρισης της προσφοράς ορισμένων
γυναικών στη διαμόρφωση του κόσμου όπως
τον γνωρίζουμε σήμερα. Δεν πρέπει λοιπόν
να θυμόμαστε το έργο εκείνων των γυναικών
μόνο στις 8 Μαρτίου (άντε και κανά δυο
μέρες μετά, μέχρι να τελειώσουν τα
σοκολατάκια που μπορεί να μας έφεραν
δώρο) αλλά να γνωρίζουμε εκείνες τις
γυναίκες και ποιο ήταν το δικό τους δώρο
στην σύγχρονη κοινωνία.
Είναι
εντυπωσιακό να συνειδητοποιεί κανείς
πως πλήθος κόσμου γιορτάζει κάτι χωρίς
να ξέρει τι κρύβεται πίσω από την γιορτή
αυτή. Δεν θα μιλήσω για γιορτές όπως η
28η Οκτωβρίου, όπου τα τηλεοπτικά
συνεργεία τρέχουν στους δρόμους να
ρωτήσουν τον κόσμο τι γνωρίζει, αναμένοντας
αγωνιωδώς απαντήσεις του τύπου την
Ελληνική Επανάσταση φυσικά, ή το «όχι»
του Κολοκοτρώνη στους Τούρκους ώστε να
γελάσει λίγο το χειλάκι του ταλαιπωρημένου
του Έλληνα. Θα μιλήσω συγκεκριμένα για
την γιορτή της γυναίκας που κρύβει πίσω
της το γυναικείο κίνημα για την απόκτηση
δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο, ακόμα όμως
πιο συγκεκριμένα θα μιλήσω για το άγνωστο
σε πολλούς, το ξεχασμένο πιθανότατα,
γυναικείο κίνημα στην Ελλάδα, για δύο
γυναίκες που άλλαξαν καθοριστικά την
πορεία της Ελλάδας.
Η ιστορία
αρχίζει πολύ παλιά, το 1799, όταν γεννιέται
στην Άνδρο μια ιδιαίτερα σημαντική
γυναίκα, η Ευανθία Καϊρη. Αδελφή του
γνωστού φιλοσόφου Θεόφιλου Καϊρη από
μικρή ταξίδεψε και έζησε σε περιοχές
μακριά από το πατρικό της, στο Αϊβαλί
και στην Ερμούπολη, γεγονός σπάνιο για
τις γυναίκες της εποχής της καθώς οι
περισσότερες έμεναν κλεισμένες μέσα
στο σπίτι μεχρι να παντρευτούν, για να
παραμείνουν κλεισμένες μετά τον γάμο
ξανά στο σπίτι των πεθερικών της. Η
Ευανθία όμως ήταν τυχερή. Νησιώτισσα
καθώς ήταν και κοσμοπολίτισσα είχε
περισσότερες ευκαιρίες για επικοινωνία
και έλαβε ιδιαίτερη μόρφωση, μιλώντας
γαλλικά και ιταλικά. Η συχνή επικοινωνία
μέσω αλληλογραφίας με τον Αδαμάντιο
Κοραή συνέβαλλε σε μία περαιτέρω
διεύρυνση του πνεύματος της και την
έκανε αντάξια διαφόρων ευρωπαίων
γυναικών της εποχής της. Μεσούσης της
επανάστασης η ηρωίδα αυτή συντάσσει
και συνυπογράφει μαζί με άλλες 31 γυναίκες
την «Επιστολή Ελληνίδων τινών προς τας
φιλελληνίδας συντεθείσα παρά τινός των
σπουδαιοτέρων ελληνίδων», με την οποία
ζητούσε από τις ευρωπαίες και αμερικανίδες
φιλελληνίδες την ηθική και υλική
υποστήριξή τους υπέρ της Ελληνικής
Επανάστασης. Το έργο της όμως δεν
σταματάει εκεί. Συνεχίζει με την έκδοση
του τρίπρακτου δράματος «Νικήταρος»,
που αναφέρεται στην έξοδο του Μεσολογγίου
και αποτελεί το πρώτο έγγραφο έργο
αναφερόμενο στην ελληνική επανάσταση.
Η ζωή της όμως δεν ήταν ρόδινη. Αντισυμβατική
καθώς ήταν δεν παντρεύεται ποτέ,
απορρίπτοντας το ορθόδοξο δόγμα και
αποσύρεται μετά τον θάνατο του αδερφού
της στο Κόρθι της Άνδρου όπου παραμένει
μέχρι το τέλος της ζωής της.
Η συμβολή της Ευανθίας Καϊρη είναι τεράστια. Εκείνη όμως που δικαιωματικά αξίζει τον τίτλο της πρώτης ελληνίδας φεμινίστριας, είναι μια άλλη νησιώτισσα, η Ρεθυμνιώτισσα Καλλιρόη Σιγανού-Παρρέν. Μόλις στα έξι της χρόνια εγκαθίσταται στην Αθήνα, ενώ μετά από πολλά χρόνια σπουδών σε άριστα αθηναϊκά σχολεία αναλαμβάνει διευθύντρια του παρθεναγωγείου της ελληνικής κοινότητας στην Οδησσό. Μετά την επιστροφή της στην Αθήνα, παντρεύεται τον Κωνσταντινουπολίτη δημοσιογράφο Ιωάννη Παρρέν, ενώ η συναναστροφή της με λόγιους ανθρώπους της εποχής την στιγμάτισε και της γέννησε το πάθος για την ενασχόληση με κοινωνικά, πολιτικά και πνευματικά ζητήματα. Την ημέρα της γυναίκας του 1887 η Καλλιρόη κάνει ένα τολμηρό βήμα και εκδίδει την πρώτη γυναικεία εφημερίδα την γνωστή «Εφημερίς των Κυριών» η οποία μετά την τεράστια απήχηση που είχε συνέχισε να εκδίδεται αδιάκοπα για 31 χρόνια. Το συγγραφικό της έργο συνεχίζεται ενώ παράλληλα ευαισθητοποιείται σε θέματα προστασίας των γυναικών και ιδρύει οργανισμούς ταυτόχρονα με τον αγώνα της για την εξασφάλιση παιδείας και εργασίας για όλες τις γυναίκες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Το πάθος της, τέλος, για την αναγέννηση και διατήρηση των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων, την οδήγησε το 1911 στη δημιουργία του «Λυκείου των Ελληνίδων», το οποίο ξεκίνησε κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, την καταγραφή, διδασκαλία και παρουσίαση παραδοσιακών χορών, ενώ η δράση του είναι γνωστή μέχρι και σήμερα, αριθμώντας σε Ελλάδα και εξωτερικό 15.000 μέλη. Η Καλλιρόη πέθανε το 1940 χωρίς να δεί το ονειρό της για κατοχύρωση ψήφου στις γυναίκες να πραγματοποιείται. Η Καλλιρρόη Παρρέν φαίνεται να έφυγε πλήρης και ευτυχισμένη από τη μέχρι τώρα αγωνιστική της πορεία, ενώ πριν το θάνατό της είχε δηλώσει: «Είμαι ευτυχής και ήσυχη πλέον μπορώ να αναπαυθώ, εφ’ όσον αισθάνομαι ότι αφήνω μίαν ανθηράν βλάστησιν της σποράς, την οποίαν εμείς, αι ολίγαι πρωτοπόροι, εσπείραμεν εις την τότε άγονον και πετρώδη γην και είμαι βεβαία ότι από σας, καλαί μου συνεργάτιδες, θα δημιουργηθή η τελεία γυναίκα της αύριον».
Διαβάζοντας
για τις δύο αυτές γυναίκες καταλαβαίνω
πώς δεν έχει σημασία το φύλο για την
δραστηριοποίηση των ατόμων. Η Ευανθία
και η Καλλιρόη πήγαν κόντρα στην εποχή
τους, διεκδίκησαν και πάλεψαν για τα
ιδανικά τους, αφήνοντας μια τεράστια
παρακαταθήκη τόσο στις Ελληνίδες, όσο
και στου Έλληνες. Αυτές οι δύο γυναίκες
πρέπει να αποτελέσουν πρότυπο αγώνα
και να γίνουν αυτές ο συμβολισμός της
«Ημέρας της Γυναίκας».
Αναστασία-Αλεξάνδρα Σφήκα,
μέλος του Logicalistico
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου